Η εξωσωματική γονιμοποίηση είναι μία τεχνική που χρησιμοποιείται για την αντιμετώπιση προβλημάτων υπογονιμότητας. Για να θεωρηθεί υπογόνιμο ένα ζευγάρι πρέπει να έχει περάσει τουλάχιστον ένα έτος προσπαθειών να συλλάβει, χωρίς επιτυχία. Αυτό φυσικά δε σημαίνει απαραίτητα ότι η εξωσωματική γονιμοποιήση είναι η πρώτη επιλογή για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα, φυσικά όταν τα χρονικά περιθώρια στενεύουν και τα προβλήματα δεν μπορούν να λυθούν, η εξωσωματική γονιμοποίηση μπορεί να βοηθήσει ουσιαστικά.
Τι είναι η εξωσωματική γονιμοποιήση;
Πρόκειται για μία τεχνική που δίνει τη δυνατότητα να γονιμοποιηθούν στο εργαστήριο ωάρια της γυναίκας με σπερματοζωάρια του άνδρα σε συνθήκες που μοιάζουν με αυτές των σαλπίγγων που γίνεται φυσιολογικά η γονιμοποίηση, και στη συνέχεια τα γονιμοποιημένα ωάρια μεταφέρονται στο ενδομήτριο της γυναίκας.
Ποιες εξετάσεις κάνει ένα ζευγάρι με μειωμένη γονιμότητα;
Η γυναίκα κάνει ένα πλήρη ορμονικό έλεγχο (οιστροδιόλη, FSH, LH κτλ) και μια υστεροσαλπιγγογραφία. Έπειτα προχωρά σε καλλιέργεια κολπικού υγρού και βιοχημικό έλεγχο. Στην περίπτωση που η γυναίκα έχει περάσει την ηλικία των 35 ετών καλό είναι να κάνει και μια μαστογραφία.
Από την άλλη πλευρά η πρώτη εξέταση που κάνει ο άνδρας είναι το σπερμοδιάγραμμα, πρέπει όμως να μην έρθει σε σεξουαλική επαφή για δύο με τρεις μέρες πριν την εξέταση. Αν το σπερμοδιάγραμμα δείξει κάτι παθολογικό, επαναλαμβάνεται μετά από 15 μέρες.
Ανάλογα με τα αποτελέσματα των εξετάσεων και το ιστορικό του ζευγαριού, μπορεί να ζητηθούν επιπλέον εξετάσεις.
Πότε ένα ζευγάρι πρέπει να ζητήσει τη βοήθεια ειδικού γυναικολόγου;
Ένα ζευγάρι πρέπει να καταφύγει σε ένα γυναικολόγο ειδικό σε θέματα υπογονιμότητας όταν διαπιστώσει ότι αντιμετωπίζει προβλήματα στη σύλληψη, δηλαδή όταν έχει ελεύθερες επαφές στις γόνιμες μέρες του κύκλου για τουλάχιστον ένα έτος και δεν έχει επιτύχει εγκυμοσύνη. Σε καμία περίπτωση δε χρειάζεται πανικός αν μέσα σε ένα με δύο μήνες προσπαθειών δεν τα έχει καταφέρει. Μόνο σε περιπτώσεις με γνωστά προβλήματα όπως αφαίρεση των σαλπίγγων στις γυναίκες ή των όρχεων στους άνδρες, το ζευγάρι καλό είναι να απευθύνεται άμεσα στο γιατρό γιατί είναι σίγουρο ότι θα έχει πρόβλημα κατά τη σύλληψη. Και στην περίπτωση που μία γυναίκα είναι κοντά στα 40, δεν υπάρχει λόγος να περάσει ένα έτος για μιλήσει το ζευγάρι με έναν ειδικό. Μετά τους έξι μήνες μπορεί να ζητήσει βοήθεια γιατί η ηλικία της γυναίκας δεν αφήνει περιθώρια καθυστέρησης.
Ποιο είναι το ποσοστό επιτυχούς σύλληψης με εξωσωματική γονιμοποίηση;
Τα ποσοστά επιτυχίας μιας εξωσωματικής γονιμοποίησης είναι περίπου στο 35%. Αν αφαιρέσει κανείς και τις αποβολές που μπορεί να προκύψουν όπως και σε κάθε άλλη εγκυμοσύνη, το ποσοστό φτάνει στο 28%. Τα ποσοστά αυτά αυξάνονται και μπορεί να φτάσουν το 40-50% στην περίπτωση γυναικών μικρής ηλικίας χωρίς σοβαρά προβλήματα, γυναίκες μεγαλύτερης ηλικίας έχουν χαμηλότερα ποσοστά επιτυχίας.
Πόσο έχει εξελιχθεί η εξωσωματική γονιμοποίηση μέσα στα χρόνια;
Από τα χρόνια των πρώτων εξωσωματικών μέχρι σήμερα έχουν γίνει πολύ σημαντικές αλλαγές. Η λήψη των ωαρίων παλαιότερα γινόταν λαπαροσκοπικά με νάρκωση στο χειρουργείο, σήμερα η διαδικασία είναι πολύ πιο απλή και η λήψη γίνεται υπερηχογραφικά. Επίσης τα φάρμακα για τη διέγερση των ωοθηκών έχουν βελτιωθεί, ενώ τα θεραπευτικά πρωτόκολλα εξατομικεύονται για κάθε γυναίκα. Πολύ σημαντικές είναι και οι αλλαγές που έχουν γίνει σε ό,τι αφορά την προεμφυτευτική διάγνωση γενετικών νοσημάτων, και έτσι μπορούν να αποκλειστούν έμβρυα με βλάβες. Ακόμη, σήμερα πολλά από τα προβλήματα της ανδρικής υπογονιμότητας αντιμετωπίζονται επιτυχώς και έτσι κύριοι με προβλήματα σπέρματος μπορούν να αποκτήσουν παιδί με δικό τους γενετικό υλικό.
Τέλος, η δυνατότητα κατάψυξης των ωαρίων επιτρέπει με μία ωοληψία να επιτύχουμε περισσότερες από μία εγκυμοσύνες.
Τα φάρμακα που λαμβάνει μία γυναίκα μπορεί να προκαλέσουν προβλήματα υγείας;
Τα φάρμακα γονιμότητας μπορεί να προκαλέσουν υπερδιέγερση των ωοθηκών σε γυναίκες με ευαίσθητες ωοθήκες. Σήμερα βέβαια ακόμη και αυτός ο κίνδυνος έχει ελαχιστοποιηθεί. Οι μελέτες που έχουν γίνει δεν έχουν δείξει ότι τα φάρμακα γονιμοποίησης αυξάνουν την πιθανότητα δημιουργίας καρκίνου στο μαστό, στη μήτρα ή στις ωοθήκες.
Πώς επηρεάζει η ηλικία της γυναίκας την εξωσωματική γονιμοποίηση;
Καθώς μεγαλώνει μία γυναίκα ο αριθμός των αποθεμάτων των ωαρίων στις ωοθήκες της μειώνεται, ενώ και η ποιότητα των παραγόμενων ωαρίων διαφοροποιείται. Έτσι, με την ορμονική διέγερση με φαρμακευτική αγωγή, η γυναίκα αυτή δεν αντιδρά όπως μια άλλη νεαρής ηλικίας, διότι δεν έχει πολλά ωοθυλάκια για να αναπτυχθούν, ενώ μειώνεται και η γονιμοποιητική της ικανότητα. Επίσης σε πολλά από τα ωάρια που αναπτύσσονται, οι χρωμοσωμιακές διαιρέσεις δε γίνονται σωστά, δημιουργώντας προβλήματα κατά την εμφύτευση και αυξάνοντας τα ποσοστά αποβολών.
Αξίζει να σημειωθεί ότι κάθε γυναίκα είναι ξεχωριστή και μεγαλώνει με διαφορετικό τρόπο. Όπως δηλαδή μια γυναίκα μπορεί να δείχνει νεότερη από μια άλλη ίδιας ηλικίας, το ίδιο μπορεί να ισχύει και με τη λειτουργία των ωοθηκών της. Για αυτό αφού προηγηθεί ορμονολογικός και υπερηχογραφικός έλεγχος γίνεται εκτίμηση της ωοθηκικής λειτουργίας ώστε να δοθεί η κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή για τη διέγερσή τους.
Διαδικασία εξωσωματικής γονιμοποιήσης
Η διαδικασία ξεκινά με τη χορήγηση φαρμάκων για τη διέγερση των ωοθηκών ώστε να παράγουν περισσότερα ωάρια. Η επιλογή του σωστού πρωτοκόλλου και της ιδανικής δοσολογίας εξαρτάται από την ηλικία, το ορμονικό προφίλ, την πορεία προηγούμενων προσπαθειών. Σε όλη τη διάρκεια της διέγερσης των ωοθηκών η γυναίκα παρακολουθείται τακτικά. Γίνεται μέτρηση της οιστροδιόλης και διακολπικό υπερηχογράφημα. Όταν τα ωοθυλάκια φτάσουν στο κατάλληλο μέγεθος της χορηγείται μια τελευταία δόση που βοηθά τη γρήγορη ωρίμανσή του.
Μόλις τα ωοθηλάκια φτάσουν στο τελικό στάδιο ωρίμανσης, σειρά έχει η ωοληψία. Η ωοληψία γίνεται με διακολπική παρακέντηση των ωοθηλακίων. Ο γιατρός μέσω μιας βελόνας αναρροφά το περιεχόμενο των ωοθηλακίων, το οποίο παραδίδεται στους εμβρυολόγους. Εκείνοι με τη βοήθεια μικροσκοπίου διαπιστώσουν πόσα ακριβώς είναι τα ωάρια. Κατά τη διάρκεια της ωοληψίας η γυναίκα βρίσκεται υπό ελαφριά νάρκωση.
Την ημέρα της ωοληψίας γίνεται και η συλλογή και επεξεργασία του σπέρματος. Για να επιτύχουμε καλύτερη ποιότητα σπέρματος συστήνεται αποχή 2-3 μέρες. Το σπέρμα περνά από ειδική διαδικασία για να απομονωθούν τα πιο κινητικά σπερματοζωάρια. Στην περίπτωση αζωοσπερμίας μπορεί να γίνει η λήψη των σπερματοζωαρίων απευθείας από τους όρχεις με βιοψία.
Μετά την ωοληψία και την επεξεργασία του σπέρματος, γίνεται η εξωσωματική γονιμοποίηση των ωαρίων. Αυτό γίνεται με δύο τρόπους. Είτε τοποθετούνται τα ωάρια σε μεγάλη συγκέντρωση σπερματοζωαρίων, ώστε κάποιο από αυτά να διαπεράσει την εξωτερική μεμβράνη του ωαρίου και να το γονιμοποιήσει, είτε γίνεται μικρογονιμοποιήση κατά την οποία με μια μικροπιπέτα τοποθετείται σπερματοζωάριο μέσα σε ένα ωάριο. Με το πέρας της διαδικασίας τα ωάρια αποθηκεύονται σε ειδικούς κλιβάνους.
Το επόμενο κιόλας πρωί ελέγχεται η γονιμοποίηση. Τα ποσοστά γονιμοποίησης στο εργαστήριο είναι πολύ υψηλά και ξεπερνούν το 50%.
Μέσα σε τρεις μέρες γίνεται η εμβρυομεταφορά. Η διαδικασία γίνεται χωρίς νάρκωση. Η γυναίκα μετά την εμβρυομεταφορά παραμένει κλινήρης για περίπου μισή ώρα και για τις επόμενες δυο μέρες καλείται να μειώσει τις δραστηριότητές της. Μετά από δέκα μέρες γίνεται ένα τεστ κύησης για να διαπιστωθεί η εγκυμοσύνη.
Σε περίπτωση μη επίτευξης εγκυμοσύνης πότε μπορεί να επαναληφθεί η προσπάθεια; Πως επηρεάζεται η ψυχολογία του ζευγαριού μετά από επαναλαμβανόμενες προσπάθειες;
Μετά από 3-4 μήνες από την πρώτη εξωσωματική γονιμοποίηση μπορεί να γίνει μία δεύτερη. Σήμερα δίνεται η δυνατότητα κατάψυξης εμβρύων ώστε να μη χρειαστεί να χορηγηθούν ξανά φάρμακα για τη διέγερση των ωοθηκών. Δεν υπάρχει συγκεκριμένος αριθμός εξωσωματικών που να αποτελεί όριο. Μετά από τρεις-τέσσερις εξωσωματικές, περίπου το 80% των γυναικών συλλαμβάνουν με επιτυχία. Η υπογονιμότητα προκαλεί μεγάλο άγχος σε ένα ζευγάρι, η βοήθεια και η σωστή ενημέρωση εκ μέρους του γιατρού είναι καθοριστικής σημασίας ιδίως μετά από μια αποτυχημένη εξωσωματική γονιμοποίηση.
Μέχρι ποια ηλικία μπορεί μια γυναίκα να κάνει εξωσωματική γονιμοποίηση έχοντας πιθανότητες επιτυχούς σύλληψης;
Η καλύτερη ηλικία για να κάνει μία γυναίκα παιδί είναι από τα 20 έως 30 χρόνια. Στη συνέχεια αρχίζει να μειώνεται η γονιμότητά της προοδευτικά ως τα 40 χρόνια. Γι αυτό και η εξωσωματική γονιμοποίηση γίνεται σε γυναίκες που είναι το πολύ έως 50 ετών.