Πώς ορίζεται η υπογονιμότητα;

Ένα ζευγάρι χρειάζεται να ελεγχθεί για υπογονιμότητα όταν μετά από ένα έτος προσπαθειών σύλληψης χωρίς προφυλάξεις, δεν έχει επιτευχθεί εγκυμοσύνη. Σε ποσοστό 40% η υπογονιμότητα οφείλεται στον άνδρα, το άλλο 40% στην γυναίκα και το υπόλοιπο 20% σε ανεξήγητη υπογονιμότητα.

Όταν η υπογονιμότητα οφείλεται στη γυναίκα οι πιθανές αιτίες της είναι οι εξής:

  • Η ενδομητρίωση είναι ένας παράγοντας υπογονιμότητας
  • Οι ορμονικές διαταραχές όπως οι πολυκυστικές ωοθήκες προκαλούν μη φυσιολογική ή μη ποιοτική ωορρηξία
  • Η απόφραξη των σαλπίγγων
  • Ανατομικές ανωμαλίες της μήτρας
  • Η ηλικία της γυναίκας συμβάλλει αρνητικά

Όταν η υπογονιμότητα οφείλεται στον άνδρα εξετάζουμε τις παραμέτρους στις οποίες μπορεί να οφείλεται η αλλοίωση του σπέρματος:

  • Ο αριθμός, η κινητικότητα και η μορφολογία του σπέρματος παίζουν σημαντικό ρόλο
  • Φυσιολογικό είναι το σπέρμα που περιέχει πάνω από 20.000.000 σπερματοζωάρια ανά ml. Από αυτά το 50% πρέπει να έχει καλή κίνηση και το 18% καλή μορφολογία.

Υπογονιμότητα :Ποιοι οι παράγοντες που επηρεάζουν το σπέρμα;

Το σπέρμα μπορεί να επηρεαστεί αρνητικά από φλεγμονές, έκθεση σε υψηλές θερμοκρασίες (λόγω κάποιου επαγγέλματος), γενετικές χρωμοσωμικές ανωμαλίες, oρμονικές διαταραχές, κρισοκήλη σοβαρού βαθμού κ.α.

Τα ζευγάρια που έχουν τακτικές σεξουαλικές επαφές έχουν πολλές πιθανότητες να επιτύχουν εγκυμοσύνη τον πρώτο χρόνο προσπαθειών. Όταν το ζευγάρι δεν τα καταφέρει είναι καλό να επισκεφτεί έναν ειδικό. Με την καθοδήγησή του και αφού γίνει η λήψη του ιστορικού και των δύο συντρόφων θα γίνει ο κατάλληλος εργαστηριακός έλεγχος για να διερευνηθούν οι αιτίες υπογονιμότητας.

Οι εξετάσεις περιλαμβάνουν:

  • Αιματολογική εξέταση και για τους δύο συντρόφους
  • Σπερμοδιάγραμμα
  • Υστεροσαλπιγγογραφία

Σπερμοδιάγραμμα

Μέσω του σπερματοδιαγράμματος γίνεται έλεγχος της ποιότητας του σπέρματος. Το σπέρμα συλλέγεται είτε στο σπίτι είτε στο εργαστήριο σε ουροσυλλέκτη. Απαραίτητη είναι η αποχή από τη σεξουαλική επαφή για τρεις μέρες. Όταν το δείγμα συλλεχτεί στο σπίτι πρέπει να μεταφερθεί στο εργαστήριο μέσα σε 20 λεπτά. Τα αποτελέσματα παραδίδονται την ίδια ή την επόμενη μέρα.

Υστεροσαλπιγγογραφία

Η υστεροσαλπιγγογραφία είναι μια ακτινολογική εξέταση. Κατά την εξέταση ποσότητα σκιαγραφικού υγρού  εισάγεται στη μήτρα με τη βοήθεια ειδικού καθετήρα. Μέσω αυτής της διαδικασίας μελετάμε τη μορφολογία της μήτρας και τη διαβατότητα των σαλπίγγων.

Οι εξετάσεις αυτές μας δείχνουν την αιτία της υπογονιμότητας. Αν οι εξετάσεις είναι φυσιολογικές γίνεται διαγνωστική λαπαροσκόπηση. Η λαπαροσκόπηση θα μας δείξει πιθανές νόσους όπως η ενδομητρίωση, τα ινομυώματα, οι συμφύσεις και μας δίνει τη δυνατότητα να τις αντιμετωπίσουμε. Η επέμβαση γίνεται στην περιοχή της κοιλιάς όπου μέσω μικρών τομών και τη χρήση ειδικών εργαλείων ο γιατρός παρεμβαίνει και διορθώνει τυχόν προβλήματα.  Η ανάρρωση είναι εξαιρετικά γρήγορη και η ασθενής επιστρέφει άμεσα στο σπίτι της.

Πώς αντιμετωπίζεται η ανδρική υπογονιμότητα;

Η αντιμετώπιση της υπογονιμότητας στους άνδρες εξαρτάται από το είδος του προβλήματος. Αν η αιτία είναι πιο απλή όπως κάποια φλεγμονή, τότε αντιμετωπίζεται μέσω φαρμακευτικής αγωγής. Στην περίπτωση προβλημάτων όπως η απόφραξη εκφορητικών γεννητικών οδών, απαιτείται χειρουργική επέμβαση. Φυσικά υπάρχουν και κάποιες περιπτώσεις που θα καταφύγουν στην εξωσωματική γονιμοποίηση.

Πώς αντιμετωπίζεται η γυναικεία υπογονιμότητα;

Στις θεραπευτικές τεχνικές για την αντιμετώπιση της γυναικείας υπογονιμότητας συγκαταλέγονται η λαπαροσκοπική διάνοιξη των σαλπίγγων, η χειρουργική αφαίρεση των ινομυωμάτων ή των κύστεων, η θεραπεία των φλεγμονών με φαρμακευτική αγωγή κ.α. Όταν το πρόβλημα δεν μπορέσει να λυθεί και η γυναίκα δεν καταφέρει να μείνει έγκυος, μπορεί να καταφύγει στην εξωσωματική γονιμοποίηση.

Υπογονιμότητα και εξωσωματική γονιμοποίηση

Όταν διαπιστωθεί ότι μία γυναίκα αντιμετωπίζει κάποιο πρόβλημα υπογονιμότητας, γίνεται προσπάθεια να αντιμετωπιστεί, για να μπορέσει η γυναίκα να τεκνοποιήσει. Ο τρόπος αντιμετώπισης εξαρτάται κάθε φορά από την αιτία υπογονιμότητας. Είτε προχωράμε σε αποκατάσταση της γονιμότητας με τη βοήθεια φαρμακευτικής αγωγής ή χειρουργικής επέμβασης, είτε προτείνεται κάποια μέθοδος υποβοηθούμενης αναπαραγωγής.
Η εξωσωματική γονιμοποίηση αποτελεί μία από τις πλέον διαδεδομένες και αποτελεσματικές μεθόδους αντιμετώπισης της υπογονιμότητας. Με τη μέθοδο αυτή, λαμβάνονται ωάρια από τη γυναίκα, γονιμοποιούνται στο εργαστήριο και επανατοποθετούνται στο ενδομήτριο. Με αυτό τον τρόπο αποσκοπούμε στην επίτευξη μιας εγκυμοσύνης.

Η εξωσωματική γονιμοποίηση προτείνεται σε ζευγάρια με προβλήματα υπογονιμότητας που δε μπορούν να ξεπεραστούν για παράδειγμα δυσλειτουργία των σαλπίγγων της γυναίκας ή ολιγοσπερμία στον άνδρα. Τις περισσότερες φορές το ζευγάρι που θα προχωρήσει σε εξωσωματική γονιμοποίηση έχει ήδη δοκιμάσει λιγότερο επεμβατικές μεθόδους υποβοηθούμενης αναπαραγωγής και δεν έχει καταφέρει να τεκνοποιήσει. Σημαντικός παράγοντας για την επιλογή της εξωσωματικής είναι η ηλικία της γυναίκας. Όταν έχει περάσει τα 37 χρόνια και δυσκολεύεται να μείνει έγκυος, η εξωσωματική είναι ένας τρόπος για να μη χαθεί πολύτιμος χρόνος.