Μια νέα ανασκόπηση που δημοσιεύθηκε στην Cochrane Library επιβεβαιώνει ότι τα εμβόλια κατά του ιού των ανθρωπίνων θηλωμάτων (HPV) προστατεύουν τις νεαρές γυναίκες έναντι των καρκινικών τραχηλικών αλλοιώσεων. Και ειδικότερα εκείνες της ηλικιακής ομάδας των 15-26 ετών.
Όλοι οι άνθρωποι που είναι σεξουαλικά ενεργοί κάποια στιγμή θα εκτεθούν στον ιό HPV. Η πλειοψηφία των γυναικών θα καταφέρει μέσω του ανοσοποιητικού τους συστήματος να εκκαθαρίσουν τη λοίμωξη. Ωστόσο, όταν η λοίμωξη δεν εκκαθαρίζεται και παραμένει στον οργανισμό, τότε μπορεί να προκαλέσει την ανάπτυξη μη φυσιολογικών κυττάρων στον τράχηλο της μήτρας. Το στάδιο αυτό θεωρείται προκαρκινικό αφού με την πάροδο του χρόνου κύτταρα μπορούν να δώσουν το έναυσμα για την εκδήλωση καρκίνου στον τράχηλο.
Ως γνωστόν ο ιός HPV έχει πολλούς υποτύπους. Ορισμένοι έχουν σχετιστεί άμεσα με καρκινικές τραχηλικές αλλοιώσεις και θεωρούνται υψηλού κινδύνου, όπως ο HPV16 και HPV18, που αναλογούν στο 70% περίπου όλων των περιπτώσεων καρκίνου του τραχήλου της μήτρας, παγκοσμίως.
Ομάδα ερευνητών της επιστημονικής βάσης Cochrane αξιολόγησε τα αποτελέσματα 26 ήδη δημοσιευμένων μελετών στις οποίες είχαν συμπεριληφθεί συνολικά 73.428 γυναίκες σε εύρος οκταετίας. Οι περισσότερες ήταν κάτω από 26 ετών, αν και σε τρεις μελέτες είχαν συμπεριληφθεί και άτομα 25-45 ετών. Όλες οι έρευνες ήταν καλά σχεδιασμένες, χωρίζοντας τα άτομα σε εμβολιασμένα κατά του HPV ή όχι.
Η ανασκόπηση εστίασε στο εμβόλιο που στόχευε τα στελέχη HPV16 και 18 (διδύναμο) και σε αυτό που στόχευε τα στελέχη HPV16 και 18 και δύο άλλα χαμηλού κινδύνου που προκαλούν κονδυλώματα (τετραδύναμο). Το εννεαδύναμο εμβόλιο που πρόσφατα άρχισε να κυκλοφορεί, δεν συμπεριλήφθηκε στην ανασκόπηση, δεδομένου ότι δεν έχει γίνει συγκριτική τυχαιοποιημένη ελεγχόμενη μελέτη.
Οι γυναίκες χωρίστηκαν σε δύο ομάδες: αυτές που ήταν ελεύθερες υψηλού κινδύνου στελεχών του HPV τη στιγμή του εμβολιασμού και όλες οι γυναίκες ανεξαρτήτως HPV κατά τη φάση του εμβολιασμού. Οι επιδράσεις του εμβολίου αξιολογήθηκαν ως προς μια προκαρκινική κατάσταση σε σχέση με τα στελέχη HPV16 και 18 και μια προκακαρκινική κατάσταση ασχέτως του στελέχους του HPV.
Οι ερευνητές μελέτησαν στοιχεία από δέκα έρευνες που περιείχαν στοιχεία για τραχηλικές αλλοιώσεις, 3,5 έως οκτώ χρόνια μετά τον εμβολιασμό.
Καμιά από τις μελέτες δεν είχε τέτοιο χρονικό εύρος ώστε να ανιχνευθεί η επίδραση στον καρκίνο του τραχήλου της μήτρας.
Οι επιστήμονες έτσι εστίασαν σε προκαρκινικές τραχηλικές αλλοιώσεις και παρατήρησαν ότι οι νεαρές γυναίκες που δεν ήταν φορείς του HPV με τον εμβολιασμό είχαν μειωμένο κίνδυνο εκδήλωσης προκαρκινικής αλλοίωσης. Περίπου 164 ανά 10.000 γυναίκες στην ομάδα ελέγχου και 2 ανά 10.000 στις εμβολιασμένες τελικά εκδήλωσαν τραχηλική προκαρκινική αλλοίωση.
Οι ειδικοί ανέλυσαν και στοιχεία για όλες τις εγγεγραμμένες γυναίκες ανεξαρτήτως αν ήταν ελεύθερες υψηλού κινδύνου στελεχών του HPV κατά τη φάση του εμβολιασμού ή όχι. Στις γυναίκες 15-26 ετών εμβόλια μείωσαν τον κίνδυνο προκαρκινικής τραχηλικής αλλοίωσης σχετικής με τα στελέχη HPV16/18 από 341 σε 157 ανά 10.000 άτομα. Ο εμβολιασμός μείωσε και τον κίνδυνο οποιασδήποτε προκαρκινικής τραχηλικής αλλοίωσης από 559 σε 391 ανά 10.000 γυναίκες.
Στις μεγαλύτερες γυναίκες που είχαν εμβολιαστεί μεταξύ 25 και 45 ετών, το εμβόλιο δεν ήταν εξίσου αποτελεσματικό.
Από την ανασκόπηση προκύπτει επίσης ότι τα εμβόλια δεν φαίνεται να αυξάνουν τον κίνδυνο σοβαρών ανεπιθύμητων ενεργειών, που ήταν περίπου στο 7% και στις δύο ομάδες.
Επίσης δεν εντοπίστηκε αυξημένος κίνδυνος αποβολής στις γυναίκες που κυοφόρησαν μετά τον εμβολιασμό. Αλλά οι ερευνητές σημειώνουν ότι χρειάζονται περισσότερα στοιχεία για την εξαγωγή ασφαλών συμπερασμάτων ως προς τις σπάνιες παρενέργειες των εμβολίων και στα ποσοστά θνησιγένειας ή στις γεννήσεις παιδιών με ανωμαλίες.
«Η επιστημονική επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το προφίλ κινδύνου-οφέλους του προφυλακτικού εμβολιασμού κατά του HPV παραμένει υπέρ του οφέλους και εκφράζει την ανησυχία της για τους ανυπόστατους ισχυρισμούς ότι ενέχει κινδύνους αφού δεν υπάρχουν βιολογικές και επιδημιολογικές αποδείξεις, αλλά μπορεί να επηρεάσουν την εμπιστοσύνη του κοινού. Την ίδια στιγμή η επιτροπή ενθαρρύνει τις υγειονομικές αρχές να συνεχίσουν την επιτήρηση και την εξέταση τυχόν ανεπιθύμητων ενεργειών», σημειώνει ο επικεφαλής συγγραφέας Δρ Μαρκ Αρμπιν.