Η υπογονιμότητα είναι ένα σημαντικό πρόβλημα που απασχολεί ολοένα και περισσότερα ζευγάρια τα τελευταία χρόνια. Σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία το 15% των ζευγαριών παγκοσμίως  αντιμετωπίζει  πρόβλημα σύλληψης ή δεν μπορεί να αποκτήσει τον αριθμό των παιδιών που επιθυμεί. Στην πρώτη περίπτωση μιλάμε για πρωτοπαθή υπογονιμότητα και στη δεύτερη για δευτεροπαθή.

Με τον όρο υπογονιμότητα εννοούμε τη μη επίτευξη σύλληψης μετά την πάροδο 12 μηνών κατά τους οποίους το ζευγάρι είχε συχνές σεξουαλικές επαφές, ανά 2 με 3 ημέρες, χωρίς προφύλαξη και η γυναίκα είναι κάτω των 36 ετών. Όταν παρέλθει αυτό το διάστημα και δεν επιτευχθεί η σύλληψη τότε το ζευγάρι θα πρέπει να υποβληθεί σε συγκεκριμένες εξετάσεις για να διερευνηθεί εάν είναι υπογόνιμο ή όχι.

Οι συνήθεις εξετάσεις που πρέπει να κάνει η γυναίκα είναι :

  • να αποκλείσει το ενδεχόμενο ενδομητρίωσης μέσω λαπαροσκόπησης
  • να σιγουρευτεί πως δεν πάσχει από σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών μέσω ειδικού ορμονολογικού ελέγχου
  • να αποκλείσει την περίπτωση απόφραξης των σαλπίγγων μέσω υστεροσαλπιγγογραφίας

Παράλληλα ο άνδρας θα πρέπει να ελέγξει τον αριθμό των σπερματοζωαρίων, την κινητικότητά τους και τη μορφολογική τους σύσταση μέσω σπερμοδιαγράμματος.

Η υπογονιμότητα αφορά εξίσου και τα δύο φύλα. Σε αντίθεση με όσα πιστεύαμε παλαιότερα πως το κύριο μέρος ευθύνης το είχε η γυναίκα έρευνες έχουν δείξει πως σε ποσοστό 40% ευθύνεται ο άντρας και στο ίδιο ακριβώς ποσοστό ευθύνεται η γυναίκα για την ύπαρξη υπογονιμότητας σε ένα ζευγάρι.

Ο τρόπος αντιμετώπισης ποικίλει ανάλογα με το αν πρόκειται για γυναικεία ή αντρική υπογονιμότητα καθώς και από την αιτία που την προκαλεί.

Σε πολλές περιπτώσεις η αντρική υπογονιμότητα οφείλεται σε κάποια φλεγμονή και αντιμετωπίζεται με τη χορήγηση της κατάλληλης φαρμακευτικής αγωγής ενώ η γυναικεία γονιμότητα μπορεί να αντιμετωπιστεί μέσω της διάνοιξης των σαλπίγγων στην περίπτωση απόφραξης ή μέσω αφαίρεσης των ινομυωμάτων.

Εάν το πρόβλημα εξακολουθεί να υφίσταται και δεν μπορεί να επιλυθεί, ο γυναικολόγος θα προτείνει πιο δραστικές μεθόδους αντιμετώπισης όπως η σπερματέγχυση ή η εξωσωματική γονιμοποίηση.

Σε κάθε περίπτωση το ζευγάρι δεν θα πρέπει να χάνει πολύτιμο χρόνο αρνούμενο να δεχτεί πως υπάρχει πρόβλημα και να αναζητήσει το συντομότερο δυνατό τη βοήθεια ειδικού.