Μετά την εμμηνόπαυση, περισσότερες από τις μισές γυναίκες έχουν αιδιοκολπικά συμπτώματα, όπως κνησμό, αίσθημα καύσου, πόνο, ερεθισμό, ξηρότητα, δυσοσμία, και οι περισσότερες δεν υποβάλλονται σε κάποια θεραπεία γι’ αυτά.
Ερευνητές της Ιατρικής Σχολής «Geisel» στο Κολέγιο του Νταρμουθζήτησαν από 358 γυναίκες, 55 ετών και άνω, να συμπληρώσουν ερωτηματολόγια για τα κολπικά συμπτώματα, άλλα εμμηνοπαυσιακά συμπτώματα και πυελικά προβλήματα και αν είχαν επισκεφθεί γυναικολόγο και αν ναι τι θεραπεία τους είδε δώσει.
Πάνω από τις μισές απάντησαν ότι είχαν όντως αιδιοκολπικά συμπτώματα, και μάλιστα σε πολλές προκαλούσαν και συναισθηματικά προβλήματα ή επηρέαζαν τον τρόπο ζωής τους. Τα τρία τέταρτα εξ αυτών που ήταν σεξουαλικά ενεργές δήλωσαν ότι τα συμπτώματα δημιουργούσαν προβλήματα.
«Οι μισές γυναίκες με αισιοκολπικά συμπτώματα είχαν επίσης συχνοουρία και σχεδόν επίσης οι μισές ανέφεραν απώλεια ούρων. Η πρόπτωση πυελικού οργάνου και η ακράτεια κοπράνων επίσης ήταν συχνή σ’ αυτές τις γυναίκες» αναφέρεται στην έκθεση που δημοσίευσαν οι ερευνητές στο επιστημονικό έντυποMenopause.
Σχεδόν το ένα τρίτο των γυναικών δεν είχαν επισκεφθεί γυναικολόγο για σχεδόν δύο χρόνια και το 83% δεν έκανε θεραπεία για το ουρογεννητικό σύνδρομο της εμμηνόπαυσης, δηλαδή με χαμηλές δόσεις οιστρογόνων ενδοκολπικά σε μορφή κρέμας, χαπιών ή δακτυλίου.
«Κατά την αναπαραγωγική ηλικία, ο κόλπος εκτίθενται στα οιστρογόνα. Μετά την εμμηνόπαυση οι γυναίκες χάνουν τα οιστρογόνα και έτσι είναι φυσικό να εκδηλώνουν συμπτώματα, όπως κολπική ξηρότητα, ερεθισμό και αίσθημα καύσου, αλλά και πόνο κατά την σεξουαλική επαφή».
Ωστόσο, οι περισσότερες γυναίκες δεν υποβάλλονται σε θεραπεία διότι διστάζουν να μιλήσουν για τα συμπτώματα αυτά σε γιατρό ή πολλές φορές φταίνε και οι ίδιοι οι γιατροί που είτε δεν έχουν χρόνο ή την κατάλληλη εκπαίδευση για να εκτιμήσουν τη συμπτωματολογία και την ανάγκη θεραπείας.
Σε κάθε περίπτωση όμως οι μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες πρέπει να συνεχίσουν να επισκέπτονται τακτικά τον γυναικολόγο τους και να ζητούν βοήθεια για κάθε σύμπτωμα που διαταράσσει την καθημερινότητά τους και την ποιότητά ζωής τους.